Έφυγε από τη ζωή ο γνωστός δικηγόρος και Πρόεδρος του Συλλόγου των Απανταχού Περδικονεριτών Κώστας Χαρ. Νικολόπουλος, ετών 65.
Ο ίδιος είχε προσβληθεί με κορωνοϊό προ διμήνου και το τελευταίο μήνα η κατάσταση του επιδεινώθηκε. Νοσηλευόταν διασωληνωμένος στο νοσοκομείο Σωτηρία για πολλές ημέρες. Όπως πληροφορηθήκαμε ήταν ανεμβολίαστος.
Ο εκλιπών ήταν προϊστάμενος του Νομικού Τμήματος της Τράπεζας Πειραιώς. Τα τελευταία 15 χρόνια ήταν Πρόεδρος του Συλλόγου του χωριού του, συμμετέχοντας σε όλα τα γορτυνιακά και αρκαδικά δρώμενα. Ανήσυχο πνεύμα και πολύ δημιουργικό, πάντα αναζητούσε καινοτόμες δράσεις για την ανάπτυξη του τόπου. Όνειρό του ήταν η δημιουργία λαογραφικού μουσείου στο χωριό και αγωνιζόταν για αυτό, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να υλοποιήσει το όραμά του.
Η εφημερίδα μας, της οποίας υπήρξε ένας εκλεκτός φίλος και συμπαραστάτης, συλλυπείται θερμά τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του (τρίδυμα).
Η κηδεία του θα γίνει αύριο Παρασκευή 31.12 και ώρα 12:00 στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Περδικονερίου.
Στη φωτογραφία διακρίνεται ο εκλιπών με Προέδρους Συλλόγων χωριών της Κάτω Γορτυνίας σε κοινό ετήσιο χορό που διοργάνωσαν |
Αφιέρωμα στον Κώστα Νικολόπουλο
Μέσα σε αυτό το πάτριο κλίμα, οι γονείς του Κώστα Νικολόπουλου μετάγγισαν στην ψυχή του ηθικές αρχές και αξίες για τον αγώνα της ζωής και τον διαπαιδαγώγησαν με απλές συμβουλές, καθάριες και γόνιμες, τον γύμνασαν κατά ένα τρόπο για την προετοιμασία σε έναν πολυεπίπεδο αγώνα στις δυσκολίες, αλλά με στόχευση και με όραμα για κάτι καλύτερο, πέρα κι έξω από τα όρια της τοπικής κοινωνίας, με προοπτική τη χάραξη της δικής του διαδρομής. Συγκεκριμένα, ο πατέρας του Κώστα, που λειτουργεί και ζει ακόμα στην καρδιά του, στη σκέψη του, του είχε επισημάνει με σιωπηλό κι επιβλητικό τρόπο: «Γιε μου, να μορφωθείς, να κάνεις καλύτερη τη ζωή σου, γιατί η δική μας είναι γεμάτη κόπο, βάσανα και στερήσεις. Σου δίνω την ευχή μου να είσαι σωστός άνθρωπος, δίκαιος, ειλικρινής, αγαπητός στον κόσμο, και να δίνεις τη βοήθειά σου σε όσους έχουν ανάγκη. Έτσι θα θυμάσαι τον πατέρα σου.»
Ο Κώστας αποφοίτησε από το τροπαιοφόρο και πολυδύναμο σε μαθητές τότε Γυμνάσιο Τροπαίων Αρκαδίας, και μετά τη συμμετοχή του στις πανελλαδικές εξετάσεις, εφοίτησε και αποφοίτησε ευδοκίμως από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ακολούθως, ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, που ήταν η ιδιαίτερη αδυναμία του. Ταυτόχρονα, είχε τον πειρασμό να φοιτήσει και στο μεταπτυχιακό τμήμα των Πολιτικών Επιστημών, αντικείμενο που είχε ήδη αναπτύξει, μετά από σχετική μελέτη και ασχολία, το οποίο επιτυχώς ολοκλήρωσε.
Παράλληλα, και από την πρώτη νεότητά του, ο Κώστας Νικολόπουλος, επιδίδεται με ιδιαίτερο ζήλο και στην ποιητική τέχνη, «ως τρόπο έκφρασης των συναισθημάτων του» όπως συχνά συνήθιζε να λέει στους φίλους του.
Ήδη, από τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου στο Περδικονέρι, μελετούσε Έλληνες και ξένους ποιητές, με προτεραιότητα στον Δροσίνη, Σολωμό, Καρυωτάκη, Βάρναλη, Σεφέρη, Ρίτσο, Γκάτσο, Πάμπλο Νερούντα, Μαγιακόφσκυ, Ναζίμ Χικμέτ και άλλους. Πολλά οφείλει στο θείο του Παναγιώτη Γαλανόπουλο, δικηγόρο Αθηνών, που πάντοτε φρόντιζε να μην του λείπουν τα λογοτεχνικά βιβλία σπουδαίων συγγραφέων. Είχε μάλιστα την εγγενή αδυναμία να διατυπώνει το λόγο του με ποιητικό μέτρο.
Έτσι, οι φιλόλογοι καθηγητές του τον ανεγνώριζαν ως πρότυπο για τις σχολικές εκθέσεις και τις λογοτεχνικές αναλύσεις του. Κατά τη διαδρομή αυτής της πνευματικής ενασχόλησης έγραφε και γράφει ποιήματα, με περιεχόμενο πολιτιστικό, κοινωνικό, πολιτικό, ιδιαίτερα, έγραφε για την ξενιτειά, την αγάπη, τον έρωτα και για το διαχρονικό ταξίδι της ζωής του ανθρώπου.
Ο βιογραφούμενος φίλος μας εργάστημκε παράλληλα σε ιδιωτικές εργασίες, σε αντίστοιχες χρονικές περιόδους, όπως στο ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΤΙΤΑΝΙΑ, στην σοκολατοβιομηχανία ΜΕΛΛΟ, στην εταιρία ΟΛΥΜΠΙΑ και στο ξενοδοχείο KING PALACE . Επίσης, περιστασιακά εργάστηκε, ως μαθητής ακόμη, κατά τις θερινές διακοπές, σε χειρωνακτικές εργασίες, όπως, στη συγκομιδή καρπών, σε οικοδομικές εργασίες στην Τρίπολη και στην Κόρινθο.
Βέβαια, η πρώτη του εργασία και πολύτιμη εμπειρία ήταν στην πόλη της Καρδίτσας, στο βιβλιοπωλείο του ΤΣΟΠΕΛΕΚΟΥ, μια μεγάλη και ευδόκιμη εμπορική εταιρία.
Ο Κώστας Νικολόπουλος, έχοντας πάντα το συγκριτικό πλεονέκτημα της εργασίας σε διάφορους τομείς, από μαθητής ήδη, επεράτωσε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή της Αθήνας, με επιτυχία, ενώ στη συνέχεια ασχολήθηκε με πολιτιστικές δραστηριότητες στους συλλόγους του Περδικονερίου και της Αθήνας, όπου προσέφερε τις δυνάμεις του για την προβολή και ανάδειξη της γενέθλιας πατρίδας του, στην Αρκαδία και ευρύτερα στην Αθήνα, και σήμερα πλέον εργάζεται, ως στέλεχος, στον μεγαλύτερο τραπεζικό όμιλο της Χώρας μας, στην ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, στη Μονάδα Δικαστικού.
Ο φίλος μας Κώστας Νικολόπουλος, στον οικογενειακό του βίο είναι συζευγμένος με την Ιωάννα Κέκη, δικηγόρο, και έχουν αποκτήσει τρεις γιους, «τα παλικάρια του», όπως τα καλεί, τον Παναγιώτη, τον Χαράλαμπο και τον Βίκτωρα, για χάρη των οποίων κοπιάζει και αγωνίζεται με θέρμη ν’ ακολουθήσουν τα χνάρια του, σ’ αυτον τον κόσμο, που είναι μικρός και μέγας, όπως αναγράφει και μας διδάσκει ο ποιητής της χαράς, της φωταγωγίας Οδυσσέας Ελύτης.
Ο Δημήτρης Αναγνωσταράς, λόγιος, φιλόλογος και συγγραφέας, καθηγητής του Κώστα Νικολόπουλου στο Γυμνάσιο Τροπαίων αναλύει τα ακόλουθα ποιήματα και επιδιώκει να προσεγγίσει την ψυχοσύνθεση και την ποιητική δομή του Κώστα Νικολόπουλου, δεδομένου ότι γνωρίζει την οικογένειά του και αυτόν από την παιδική του ηλικία.
Η ποιητική γραφή, η ψυχική έκφραση της Αρκαδικής εγρήγορσης του συμπατριώτη μας Κώστα Νικολόπουλου έχει τη δωρική αρματωσιά της Γορτυνιακής άγριας και άγιας φύσης, όπου η από Θεού τελειότητα και η μαστοριά οφείλει να μεταγγίζεται στη βιοτή του ανθρώπου, του πολίτη ανθρώπου, του βασανισμένου από τον κάματο της εργασίας, του διψασμένου για δικαιοσύνη, για την επί γης ειρήνη, για την καταξίωση και συλλογική ευτυχία αιωνίου ανθρώπου, ο οποίος συγκινείται στα μικρά και στα μέγιστα της προσωπικής και της κοινωνικής διάστασής του.
Η συνειδητή αυτή τακτική, που ανάγεται σε μια φωταγωγία ποιητική, έντεχνη και ανεπιτήδευτη συνάμα, διαφαίνεται στην ακόλουθη σύντομη αποτίμηση ποιημάτων του, που δημοσιεύονται πρωταρχικά εδώ στο βιβλίο μας.
Στο «ΠΟΡΦΥΡΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ» (Μάρτιος 1979), ορθρίζει ένας πηγαίος, εξομολογητικός έρωτας της εφηβικής άνοιξης, που σχηματοποιείται και ζωγραφίζεται αποκαλυπτικά, με όλα τα χρώματα, τα μύρα και τα φώτα της εαρινής συμφωνίας, σε μια ονειρεμένη αναγωγή όπου τα μέλη του σώματος μετουσιώνονται σε αγάπη αληθινή, αιώνια, για μια άγνωστη οπτασία, όπου ένα πορφυρό χαμόγελο μόλις ανθίζει κάτω από τα άστρα, μπροστά στη θεία ομορφιά της ανώνυμης μάλλον συμμαθήτριας.
την λατρεία της αρχαίας θεάς σ’ εσένα γυρεύω,
ένα όνειρο που η αγάπη έχει πλασμένο,
ένα πορφυρό χαμόγελο μόλις ανθισμένο.
⁂
Τα μάτια σου φεγγοβολούν το φως στο χιόνι,
των άστρων όλων και της γης, είσαι η λάμψη μόνη,
στα βλέφαρά σου άνθισαν τα γιασεμί τα ρόδα,
στα χέρια σου κρατείς της χαραυγής αϊδόνια.
⁂
Σ’ αγαπώ σαν της καρδιάς ουράνιο χάρμα,
σ’ αγαπώ σαν το φως των ματιών μου αντάμα,
μεθυστική η αίσθηση που στάλαξες στην ψυχή μου,
εσύ είσαι ο ήλιος μου, η αγάπη, η πνοή μου.
⁂
Την θεία σου ομορφιά με τις φούχτες πίνω,
στην λάμψη σου την μυστική τον έρωτά μου δίνω,
στης μοίρας βυθίζομαι, στα δικά σου στημόνια,
σ’ ένα όνειρο οθρίζω τον έρωτά μου αιώνια.
⁂
Είσαι η μοναδική, του ονείρου μου λυχνάρι,
εσύ μου αναρριγείς το αίσθημα με θεία χάρη,
είσαι η φλόγα η ξωτική, το πάθος η ηδονή,
είσαι η ανάσα μου η λάγνα, σαν ροδάμι την αυγή.
⁂
Σαν ευτυχία απ’ όνειρο, σαν πρώτη ηλιαχτίδα,
τα μάτια μου, τα χείλη μου θα σ’ αγαπούν αιώνια,
θα λαχταρούν την άνοιξη, το άνθισμα στα χρόνια,
θα κλείσουν την αγάπη μου σε θεϊκή παγόδα.
Στον «ΑΝΕΜΟ» (Απρίλιος 1988) προοιωνίζεται ένας πολιτικός, αγωνιστικός παλμός παγκόσμιας συνεργασίας, με οικονομική, ταξική επίγνωση, όπου ωσάν άνεμος ζωοδότης συνεγείρει τις συνειδήσεις, για να είναι «ο ήλιος ακάματος αγωγιάτης του νου και της ψυχής», γιατί όπως αναγράφει, «οι λαοί όμως, όταν αφυπνίζονται, κάνουν θαύματα», «οι λαοί σφιχταγκαλιασμένοι, θα παλέψουν ...θ’ αντισταθούν και θα νικήσουν ...θα μετακινήσουν βουνά».
Σ’ αυτή τη συνομοταξία και τη συνεργασία των ανθρώπων και των λαών, πιστεύει ο ποιητής μας, ότι θα προέλθει το φως, η διδαχή της ιστορίας, η αναγέννηση.
Στο «ΒΟΥΡΚΩΜΕΝΟ ΑΣΤΕΡΙ» (Φεβρουάριος 1992), που δακρύζει για τα όσα βλέπει εδώ στην επίγεια διαμάχη, όπου «οι θύμησες γίνονται χίλια πλοκάμια μου πνίγουν το μυαλό», οι άνθρωποι αρμενίζουν μάταια τις θάλασσες, και τα μποφώρια δυναμώνουν άγρια, ενώ η λύση του κακού αναβάλλεται συνεχώς. Μονάχα ο Θεός μπορεί ν’ ανθίζει τα πέλαγα και να ειρηνεύει την πλάση, την ψυχή μας.
Στο «ΕΡΗΜΟ ΑΚΡΟΓΙΑΛΙ» (Νοέμβριος 1993), ο Κώστας Νικολόπουλος σκιαγραφεί την μοναξιά του σύγχρονου κόσμου, σε κείνο το συμβολικό και σιωπηλό κύμα, όπου «δεν θα χαμογελούν οι γλάροι στο γλυκό το δειλινό ...το αϊδόνι θα είναι μοναχό ...δεν θα κτυπούν οι καρδιές μας ...» όπως καταλήγει ο ποιητής μας: «σ’ ένα έρημο ακρογιάλι το ’χε η μοίρα μου γραφτό, να κλαίω αιώνια τον πόνο, αβάσταχτα, χωρίς τελειωμό».
Στη συνέχεια της ποιητικής παραγωγής του ο Νικολόπουλος και στη «ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ» (Νοέμβριος 1995) που είναι ένα καθαρό ανάβρυσμα ερωτικής μέθης και πανδαισίας, ανοιξιάτικης μεγαλοσύνης, ο ποιητής γίνεται περισσότερο αναλυτικός, γιατί με χαρά και με τραγούδι, με πύρινη έξαρση και γλυκασμό, λέγει: «από τη θέρμη μας μπουμπούκιασε ο ορίζοντας, οι κόκκινες παπαρούνες είναι ο κόσμος, που χτίζουμε μαζί στο φως του ήλιου, το άρωμα της σμίξης είναι η αφρισμένη θάλασσα», για να αναφωνίσει περίλαμπρος στο τέλος, επιγραμματικά κι ωραία: «Ο έρωτας είναι η παλίρροια των γαλαξιών στα κύτταρά μας, η αρμονία και η ολοκλήρωσή μας, είναι μυστήριο των Θεών».
Στο τελευταίο ποίημα που αναλύουμε κατά σειρά, έργο βαθυνούστατο, επικό, αντιπολεμικό και συνάμα διδακτικό, ο ποιητής μας, αναφέρεται με πόνο ψυχής «ΣΤΗΝ ΠΡΩΗΝ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ» (Απρίλιος 1999), ο Κώστας Νικολόπουλος, υπερβαίνει την επαγγελματική - νομική πανοπλία του, ανάγεται με πικρία, μα και με ελπίδα στα βέλη του πολέμου, στα ματωμένα δάκρυα, στα όργια της «πολιτισμένης (;) Δύσης», για το απάνθρωπο έγκλημα, που τεχνουργείται στην Γιουγκοσλαβία, θρηνεί, οργίζεται, μα προσδοκά την αλλαγή του σκηνικού, για τούτο ανακράζει: «Οι προδομένες πατρίδες θα ντυθούν το φως της ειρήνης και τότε, ο ήλιος θ’ αποθέσει από ψηλά τα φωτεινά δάκρυα στους θρήνους των ματωμένων μανάδων, στους αλαλαγμούς των ξεριζωμένων πατρίδων».
Τελικά, εάν ισχύει το περιώνυμο απόσταγμα στοχασμού ότι «εξ όνυχος γνωρίζεις, αναγνωρίζεις τον λέοντα», τότε στ’ αντιπροσωπευτικά τούτα ποιήματα του φίλου μας Κώστα Νικολόπουλου, παρακολουθούμε το νήμα της σοφίας και της συγκίνησης να παφλάζει δυναμικό, καθάριο, να πάλλεται από δημιουργική χαρά, στο έργο του, να μας κερδίζει και να μας κάνει ανθρώπους τέλειους, που ανεβαίνουμε λίγο ψηλότερα, όπως θέλει ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.
Εμείς, με τη σειρά μας, αναμένουμε από τον Κώστα Νικολόπουλο, να μας παρουσιάσει σε μια επικείμενη έκδοση ένα ευρύτερο μέρος της ποιητικής δουλειάς του, που ξεκινάει από την πρώτη νεότητά του και συνεχίζεται μέχρι τα σήμερα, ώστε ν’ απολαύσουμε στο σύνολό της, σε όλο το μεγαλείο της, την όλη ποιητική δημιουργία του, την τέχνη του.
Ο Κώστας Νικολόπουλος με τη σύζυγό του Ιωάννα και την μητέρα του Παναγιώτα |
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου